ΠΕΡΙ ΤΗΛΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΎ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ

 

Η απόφαση της κυβέρνησης για το κλείσιμο των σχολείων αποδεικνύει περίτρανα την αποκλειστική πολιτική της ευθύνη για το ότι δεν πάρθηκε ούτε ένα ουσιαστικό μέτρο για τη λειτουργία τους με όρους υγιεινής και ασφάλειας, ακόμα και σε συνθήκες πανδημίας. Η εκπαιδευτική κοινότητα (εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς) έχει καταθέσει τα αιτήματα και τις προτάσεις της (έως 15 μαθητές ανά τμήμα, εξεύρεση αιθουσών, προσλήψεις εκπαιδευτικού προσωπικού, σχολιατρική υπηρεσία, μόνιμο προσωπικό καθαριότητας, επαρκές υγειονομικό υλικό, κ.ά) από την αρχή της πανδημίας , τον Μάρτη του 2020. Η απάντηση της κυβέρνησης σε όλα αυτά ήταν η μάσκα γίγαντας και το παγουρίνο νάνος ως μοναδικό μέτρο προστασίας, η νομοθέτηση της αύξησης των μαθητών ανά τάξη και η βία, ο αυταρχισμός και η καταστολή απέναντι στις μαθητικές κινητοποιήσεις, απέναντι σε εκπαιδευτικούς και γονείς.

Η κυβέρνηση, ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο, τον εχθρικό για τα δικαιώματα στην μόρφωση και την υγεία των μαθητών μας και του λαού συνολικότερα, αποφάσισε το κλείσιμο των σχολείων και το ¨σχέδιο¨ του Υπουργείου Παιδείας για τη λεγόμενη «τηλεκπαίδευση», το οποίο εκφράζει την αδιαφορία για την ουσιαστική στήριξη των μαθητών, θέτει επιπλέον εμπόδια σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, υπονομεύοντας την καθημερινή μας προσπάθεια. Το σύστημα της τηλεκπαίδευσης σχεδόν καθημερινά καταρρέει, μαθητές αποκλείονται από την πρόσβαση λόγω έλλειψης τεχνολογικών μέσων και οι ταξικές ανισότητες ολοένα και διευρύνονται.

Πιο συγκεκριμένα για τον εξοπλισμό

Με το κλείσιμο των σχολείων ανακοινώθηκε πως τα μαθήματα θα γίνονται μέσω υποχρεωτικής σύγχρονης τηλεκπαίδευσης, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζεται η κρατική υποχρέωση για ισότιμη πρόσβαση όλων των μαθητών, με την παροχή όλου του αναγκαίου εξοπλισμού (ένα tablet για κάθε μαθητή, γρήγορη σύνδεση στο ίντερνετ, αναβάθμιση του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου, κ.ά).

Αποτέλεσμα αυτών των επιλογών της κυβέρνησης είναι να πραγματοποιούνται πρωινά μαθήματα για τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μεσημεριανά, 2μμ – 5μμ (!), για τα σχολεία της πρωτοβάθμιας, με μοναδικό «παιδαγωγικό» κριτήριο το να μη φορτωθεί το δίκτυο. Την ίδια στιγμή τα ιδιωτικά σχολεία της Α/θμιας Εκπαίδευσης συνεχίζουν να λειτουργούν με πρωινό ωράριο θέτοντας σε δεύτερη μοίρα τη λειτουργία των δημόσιων σχολείων φτάνοντας μάλιστα στο σημείο πρώην υπουργός Παιδείας χωρίς δισταγμό να εξυμνεί την ‘’δυναμική’’ του ιδιωτικού τομέα!

Φυσικά τα ζητήματα του εξοπλισμού δεν αφορούν μόνο τους μαθητές και τις οικογένειες που δεν έχουν κανένα μέσο ή έχουν μόνο ένα κινητό ή δεν έχουν καν σύνδεση ίντερνετ, οι οποίες βέβαια πλήττονται πρώτες από τη συνειδητή αδράνεια και αδιαφορία της κυβέρνησης. Αφορούν ωστόσο και εκείνες που έχουν κάποιο μέσο (Η/Υ, tablet) και σύνδεση ιντερνέτ αλλά έχουν δύο, τρία ή περισσότερα παιδιά που το καθένα απαιτείται να έχει το δικό του μέσο. Αφορούν και εκείνες που εκτός από τα παιδιά και οι ίδιοι οι γονείς εργάζονται με τηλεργασία. Το μόνο αίτημα επομένως που ουσιαστικά μπορεί να απαντήσει στις πραγματικές ανάγκες σήμερα είναι ένα μέσο (Η/Υ, laptop, tablet) για κάθε μαθητή και διασφάλιση δωρεάν γρήγορου ιντερνέτ.

Με βάση αυτό το αίτημα, στον νομό μας θα έπρεπε να διατεθούν περίπου 25.000 tablets, όσα και ο μαθητικός πληθυσμός. Αντί γι’ αυτό, στην 1η καραντίνα ελάχιστα διατέθηκαν (π.χ. 170 από την Περιφέρεια Κρήτης για τα Λύκεια του νομού Χανίων, 150 από τον Δήμο Πλατανιά αντίστοιχα και από τους άλλους Δήμους), ενώ αυτές τις μέρες μαθαίνουμε για την απόφαση του Δήμου Χανίων για τη διάθεση 600 tablets με χρηματοδότηση από ίδιους πόρους του Δήμου και άλλων 400 από δωρεές.

Οι Δήμοι θα έπρεπε πρωτίστως να φροντίσουν για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων προσλαμβάνοντας το απαραίτητο προσωπικό καθαριότητας. Θα έπρεπε επίσης να λύσουν τα χρόνια προβλήματα σχολικής στέγης.

Ποιες όμως είναι οι πραγματικές ανάγκες;

Στον Δήμο Χανίων φοιτούν περίπου 18.000 μαθητές (ο αριθμός είναι στρογγυλοποιημένος και μάλιστα προς τα κάτω). Τα 1.000 tablets επομένως αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό των πραγματικών αναγκών και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καλύψουν την αυτονόητη υποχρέωση του κράτους για δωρεάν ισότιμη πρόσβαση των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Αξίζει να σημειωθεί πως ο συγκεκριμένος αριθμός δεν καλύπτει καν τις μίνιμουμ ανάγκες που έχουν εγγράφως αιτηθεί τα σχολεία με βάση κοινωνικά-οικονομικά κριτήρια, όπως τους ζητήθηκε.

Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με τα 600 tablets που θα δοθούν από ίδιους πόρους του Δήμου, από τα σχολεία της δευτεροβάθμιας έχουν ζητηθεί 364 συσκευές και θα τους δοθούν 240, ενώ από τα σχολεία της πρωτοβάθμιας έχουν ζητηθεί 1.662 συσκευές και θα τους δοθούν 360. Δηλαδή, οι συσκευές διανέμονται στις δύο βαθμίδες με ποσοστά 40% για τη β/θμια και 60% για την α/θμια και είναι πολύ πιο κάτω ακόμα και από τις βασικές ανάγκες που έχουν καταγραφεί από τα σχολεία, γεγονός που δεν αλλάζει ακόμα κι αν δοθούν τα επιπλέον 400 από δωρεές.

Τέλος, οι φορητές συσκευές θα διατεθούν στις οικογένειες με ευθύνη των διευθυντών και των συλλόγων διδασκόντων σε κάθε σχολείο. Αλήθεια, από τη στιγμή που οι συσκευές αυτές είναι πολύ λιγότερες ακόμα και από το ύψος των καταγεγραμμένων μίνιμουν αναγκών με ποιο κριτήριο οι εκπαιδευτικοί θα αποφασίσουν ποια παιδιά θα αποκλειστούν;

Φτάνει πια με την κοροϊδία!

Κυβέρνηση και Υπουργείο να σταματήσουν να δοκιμάζουν την υπομονή εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών! Εδώ και τώρα να εξσφαλιστεί το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων. Μέχρι τότε διεκδικούμε:

  • Να εξασφαλιστεί ότι το σχολικό δίκτυο θα υποστηρίξει εκπαιδευτικούς και μαθητές ώστε να αλληλεπιδρούν τις πρωινές ώρες, που είναι και το παιδαγωγικά ορθό.

  • Να εξασφαλιστεί η κάλυψη, με ευθύνη και δαπάνη του κράτους, του αναγκαίου τεχνολογικού εξοπλισμού για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς. Δωρεάν τάμπλετ και ηλεκτρονικούς υπολογιστές, δωρεάν σύνδεση γρήγορου internet.

  • Αναβάθμιση του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου, ώστε να καλύπτει όλες τις ανάγκες των Δημόσιων Σχολείων, μέσα στα οποία πρέπει να οργανωθεί η εξ αποστάσεως εκπαίδευση για όσους συναδέλφους δεν μπορούν από τα σπίτια τους.

  • Περιφέρεις και Δήμοι να πιέσουν με κάθε τρόπο για την υλοποίηση της αυτονόητης υποχρέωσης του κράτους για δωρεάν ισότιμη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία, αντί να καλούν την τοπική κοινωνία (δηλαδή και πάλι τον λαό) να καλύψει τις κρατικές ευθύνες με δωρεές.

Για το ΔΣ

Ο Πρόεδρος 
ΤΣΑΛΑΠΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ 
 Ο Γενικός Γραμματέας

ΠΕΤΡΑΚΗΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ

Δημοφιλέστερες αναρτήσεις τελευταίων 30 ημερών

Καμία ανοχή στις πιέσεις της κ. Παντελάκη Σ.Ε.Ε.

Έκπτωση στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας για αγορές από το κατάστημα της ΑΒΕΑ

Νέα «τρομοκρατική» εγκύκλιος του ΥΠΑΙΘΑ για αντικατάσταση στελεχών εκπαίδευσης - Στάση Εργασίας

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΧΑΝΙΩΝ

ΔΟΕ

Η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας αποτελεί την ένωση όλων των Συλλόγων Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή Συλλόγων Δασκάλων και Νηπιαγωγών της Ελλάδας, των Συλλόγων Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή των Συλλόγων Ελλήνων Δασκάλων και Νηπιαγωγών του Εξωτερικού. Ιδρύθηκε το 1922. Μέλη της ΔΟΕ είναι σύλλογοι εκπαιδευτικών από όλη την Ελλάδα. Σκοπός της Δ.Ο.Ε. είναι η βελτίωση της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, η προάσπιση των επαγγελματικών συμφερόντων του κλάδου και η συμβολή στη βελτίωση όλης Παιδείας του Ελληνικού λαού.

ΙΠΕΜ-ΔΟΕ

Το Ινστιτούτο Παιδαγωγικών Ερευνών – Μελετών της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (ΙΠΕΜ-ΔΟΕ) είναι Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία, τελεί υπό την αιγίδα της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας και έχει έδρα στην Αθήνα. Σκοπός του είναι η επιστημονική μελέτη και τεκμηρίωση εκπαιδευτικών θεμάτων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, η επιστημονική, παιδαγωγική και συνδικαλιστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και η ανάληψη πρωτοβουλιών για την αξιοποίηση μελετών αντίστοιχων φορέων του εσωτερικού και του εξωτερικού. Προς την κατεύθυνση αυτή συνεργάζεται με ΑΕΙ, ειδικούς επιστήμονες ερευνητές, αντίστοιχους φορείς, σωματεία, επιστημονικές ενώσεις και εκδίδει το Επιστημονικό Βήμα του Δασκάλου.

ΑΔΕΔΥ

Η Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ) είναι συνδικάτο των εργαζομένων του ελληνικού δημοσίου τομέα. Η ΑΔΕΔΥ ιδρύθηκε τον Μάιο του 1926 ως Συνομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδος η δραστηριότητα της οποίας ανεστάλη κατά τη διάρκεια του καθεστώτος Μεταξά και επανιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1947 ως ΑΔΕΔΥ. Τα μέλη της ΑΔΕΔΥ αποτελούν οι υπάλληλοι των υπηρεσιών του δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των ΟΤΑ. Ο αριθμός των μελών της υπολογίζεται σε περίπου 311.000 και συνολικά οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι 565.454. Η συνομοσπονδία περιλαμβάνει 46 συνδικάτα. Υπάρχουν 47 περιφερειακά γραφεία. Η ηγεσία ανήκει στην Εκτελεστική Επιτροπή, η οποία αποτελείται από 17 μέλη. Η ΑΔΕΔΥ είναι μετά την ΓΣΕΕ, η δεύτερη μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση στην Ελλάδα. Η ΑΔΕΔΥ είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων.